Αναδημοσίευση κειμένου που μοιράστηκε το καλοκαίρι του 2009
ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ,
Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ.
ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ,
Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ.
1. Μικρό ἱστορικό.
Τό Μοναστήρι ἱδρύθηκε ἀπό τόν κτίτορά του Ἅγιο Διονύσιο τό 1543 ὡς Πατριαρχικό καί Σταυροπηγιακό. Λόγω τῆς προσωπικότητας τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἔγινε σύντομα εὐρύτερα γνωστὸ καὶ ἀνέπτυξε μεγάλη πνευματικὴ δραστηριότητα, κατὰ τὸ πρότυπο τοῦ ἱδρυτοῦ του. Αἰῶνες πρίν, ἡ φήμη του, ξεπέρασε τὰ ὅρια τοῦ Ἑλλαδικοῦ χώρου, φτάνοντας ὡς τὴν Ρωσία. Παράλληλα τὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἔγινε ἀδιάσπαστο κομμάτι τῆς μακραίωνης ἱστορίας, τῆς κοινωνίας καὶ τῆς παιδείας τοῦ τόπου καί συνδέθηκε μέ ὅλους τούς ἐθνικούς ἀγῶνες.
Τό Μοναστήρι ἱδρύθηκε ἀπό τόν κτίτορά του Ἅγιο Διονύσιο τό 1543 ὡς Πατριαρχικό καί Σταυροπηγιακό. Λόγω τῆς προσωπικότητας τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἔγινε σύντομα εὐρύτερα γνωστὸ καὶ ἀνέπτυξε μεγάλη πνευματικὴ δραστηριότητα, κατὰ τὸ πρότυπο τοῦ ἱδρυτοῦ του. Αἰῶνες πρίν, ἡ φήμη του, ξεπέρασε τὰ ὅρια τοῦ Ἑλλαδικοῦ χώρου, φτάνοντας ὡς τὴν Ρωσία. Παράλληλα τὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἔγινε ἀδιάσπαστο κομμάτι τῆς μακραίωνης ἱστορίας, τῆς κοινωνίας καὶ τῆς παιδείας τοῦ τόπου καί συνδέθηκε μέ ὅλους τούς ἐθνικούς ἀγῶνες.
Μέ τήν ἐγκατάσταση τοῦ Ἁγίου Διονυσίου στόν Ὄλυμπο ἡ Ἑλληνική ἀντίσταση στήν περιοχή ἀρχίζει νά παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Δημιουργεῖται μιά Ἑλληνική περιοχή στόν Ὄλυμπο. Τό Μοναστήρι συμμετέχει στὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, στήν ἐπανάσταση τοῦ Ὀλύμπου τὸ 1878 καί στόν Μακεδονικό Ἀγώνα. Γιά ὅλα αὐτά ὑπέστη βαρὺ τίμημα. Πυρπολήθηκε τό 1790 καί τό 1828, ἀπό τουρκικά στρατεύματα καί ὁ ἡγούμενός του κρεμάστηκε ἀπό τούς Τούρκους μαζὶ μὲ 12 ἀκόμη μοναχοὺς στὴν κεντρικὴ πλατεία τῆς Λάρισας. Τό Μοναστήρι δέχεται τό τελευταῖο ὀλέθριο πλῆγμα τό 1943 ἀπό τά Γερμανικά στρατεύματα Κατοχῆς, ὅταν καταστρέφεται σχεδόν ὁλοκληρωτικά.
Μετά τήν τελευταία καταστροφή τοῦ 1943 οἱ παλιοί μοναχοί, ὅσοι ἐπέζησαν, διασκορπίζονται. Τό Μοναστήρι διέρχεται μία βαθιά διοικητική κρίση καί κινδυνεύει νά διαλυθεῖ. Οἱ νέοι μοναχοί (δύο ἤ τρεῖς), ἁπλοί ἄνθρωποι, προσπαθοῦν νά διατηρήσουν στή ζωή τό Μοναστήρι. Τήν περιουσία τοῦ Μοναστηριοῦ εἶναι φυσικό νά μή μποροῦν νά τήν διαφυλάξουν σωστά.
Τό Μοναστήρι μέ τή βοήθεια τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἀνασταίνεται, ἀνασυγκροτεῖται καί λειτουργεῖ καί πάλι ὡς Κοινόβιο. Προκύπτει ἡ ἀνάγκη νά προστατεύσει τήν περιουσία του, τήν ὁποία παρέλαβε ἀπό τόν Ἅγιο Διονύσιο καί γιά τήν ὁποία εἶχε τίτλους ἀπό αἰῶνες.
2. Ἡ Μοναστηριακή περιουσία.
Ἡ Μοναστηριακή περιουσία εἶναι ἱερό κειμήλιο πού ἀνήκει στόν Θεό, ἱερά παρακαταθήκη πού παρέλαβαν τά Μοναστήρια ἀπό τούς ἁγίους κτίτορες καί τούς προηγουμένους πατέρες τους, οἱ ὁποῖοι μέ προσωπικούς κόπους καί θυσίες τή δημιούργησαν καί τή διαφύλαξαν. Γι’ αὐτό οἱ μοναχοί ὀφείλουν νά προστατεύσουν τήν περιουσία τῶν Μοναστηριῶν τους, στήν ὁποία εἶναι ἁπλοί διαχειριστές. Ἀπό σεβασμό πρός τούς κτίτορες καί τούς προηγουμένους πατέρες. Ἀπό σεβασμό πρός τήν θέληση καί ἐπιθυμία τῶν εὐλαβῶν δωρητῶν, οἱ ὁποῖοι θέλησαν ἡ περιουσία τους νά περιέλθει καί νά παραμείνει στό Μοναστήρι. Ἀπό ὑποχρέωση στούς νόμους τοῦ κράτους, ἀφοῦ τά Μοναστήρια εἶναι ν.π.δ.δ.
Κανένα κτίσμα τοῦ Θεοῦ καί δημιούργημα δέν εἶναι κακό. Κακία «εἶναι ἡ ἐσφαλμένη χρήση τῶν νοημάτων, τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ἡ κακή χρήση τῶν πραγμάτων», «καί σέ ὅλα τά πράγματα ἡ κακή χρήση εἶναι ἁμαρτία». Ὁποιαδήποτε ἄλλη διδασκαλία καταδικάσθηκε ὡς αἱρετική ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἡ περιουσία εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά μποροῦν τά Μοναστήρια νά ἐκπληρώσουν τούς σκοπούς τους, νά ἀσκοῦν τό πνευματικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό καί ἐκπαιδευτικό τους ἔργο, νά συντηροῦν τούς μοναχούς τους, νά κτίζουν, καλλωπίζουν καί ἀποκαθιστοῦν τά κτίρια, νά διαφυλάττουν τά κειμήλιά τους, νά προστατεύουν τήν ὕπαρξη καί λειτουργία τους ἐλέγχοντας τίς χρήσεις τοῦ περιβάλλοντος χώρου τους, νά διακονοῦν τούς προσκυνητές τους.
Στό νέο Μοναστήρι, ἀποκλειστικά μέ ἰδίους πόρους, ἔγιναν σημαντικά ἔργα, ὅπως νέα Ἐκκλησία γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν προσκυνητῶν, Μουσεῖο – Σκευοφυλάκιο γιά τήν διαφύλαξη τῶν κειμηλίων τοῦ Μοναστηριοῦ, βιβλιοθήκη πού σήμερα ἀριθμεῖ 20.000 περίπου βιβλία καί 3.500 περιοδικά, ἀρχονταρίκι, αἴθουσες συγκεντρώσεων καί ὑποδοχῆς τῶν προσκυνητῶν. Ὑπό τήν εὐθύνη ἱερομονάχου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς λειτουργεῖ ἐδῶ καί χρόνια μέ μεγάλη ἐπιτυχία, μονάδα ἀπεξάρτησης ναρκομανῶν, οἱ ὁποῖοι συναντῶνται σέ χῶρο πού τούς διαθέτει τό Μοναστήρι. Τό σπουδαιότερο ἔργο, ἡ ἀναστήλωση τοῦ παλιοῦ Μοναστηριοῦ (ἐκπόνηση μελετῶν, πλήρης ἀναστήλωση τῆς Ἐκκλησίας, ἀποκατάσταση παρεκκλησίων, ἐργασίες στερεώσεως σέ ὅλες τίς πτέρυγες, ἔργα ὑποδομῆς κ.τ.λ.), προχωρεῖ κυρίως μέ πόρους τοῦ Μοναστηριοῦ καί προσωπική ἐργασία τῶν μοναχῶν καί μέ ἐλάχιστες κρατικές ἐπιχορηγήσεις. Δυστυχῶς, ὁ Δῆμος Λιτοχώρου ἐκτός ἀπό τήν παροχή κάποιας ποσότητας χαλικοῦ γιά τό στρώσιμο τοῦ δρόμου, δέν πρόσφερε τίποτε ἄλλο γιά τήν ἀναστήλωση τοῦ κατεστραμμένου Μοναστηριοῦ.
Τό Μοναστήρι δέν εἶναι καλό νά ἐπαιτεῖ συνεχῶς καί νά ἐξαρτᾶται οἰκονομικά ἀπό τίς προθέσεις τῶν ἰσχυρῶν. Ἐξασφαλίζει στά Μοναστήρια τήν ἐλευθερία τους, ἡ οἰκονομική αὐτάρκεια. Ὅσοι θέλουν Μοναστήρια χωρίς περιουσία στήν οὐσία δέν θέλουν νά ὑπάρχουν Μοναστήρια.
Οἱ πρόσφυγες, μετά τήν Μικρασιατική καταστροφή, καί οἱ περισσότεροι ἀκτήμονες, σέ περιουσίες Μοναστηριῶν ἀποκαταστάθηκαν. Σέ περιουσίες, πού ἄν δέν ἀνῆκαν σέ Μοναστήρια, τό πιό πιθανό εἶναι ὅτι θά εἶχαν γίνει λεία κάποιων ἐπιτηδείων. Στό παρελθόν, ἐπανειλημμένα διατέθηκε περιουσία τοῦ Μοναστηριοῦ μας σέ ἀκτήμονες ἤ γιά ἄλλους κοινωφελεῖς σκοπούς, χωρίς τό Μοναστήρι νά εἰσπράξει καμιά ἀποζημίωση. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε ότι δόθηκαν 5.004 στρέμματα στήν Πέλλα, 938,10 στρέμματα στό Βαρικό καί πολλές ἄλλες μικρότερες ἐκτάσεις τοῦ Μοναστηριοῦ καί τῶν Μετοχίων του.
3. Οἱ τίτλοι τῆς περιουσίας τοῦ Μοναστηριοῦ.
Οἱ τίτλοι τῆς περιουσίας τοῦ Μοναστηριοῦ ὑφίστανται ἀπό αἰῶνες. Ξεκινοῦν ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καί ἀνανεώνονται συνεχῶς τά ἑπόμενα χρόνια (1774, 1874, 1890, 1922, 1925, 1933 κ.λ.π.). Τά ὅρια πού περιγράφονται στούς τίτλους αὐτούς ἐπιβεβαιώνονται ἀπό παλιούς κατοίκους τοῦ Λιτοχώρου, τόν Δημήτριο Φοῦντο, τόν Γεώργιο Κάκαλο, τό Νικόλαο Κλιτσινίκο καί τόν Ἀθανάσιο Νικόπουλο, σέ κατάθεση πού δίνουν ἐνώπιον τοῦ Εἰρηνοδίκου Κατερίνης τό 1922.
Τό δάσος τῆς Μονῆς καί τά ἀκριβῆ ὅρια του, πού περιλαμβάνουν γνωστά καί ἀμετάβλητα στό χρόνο θέσεις καί μορφολογικά χαρακτηριστικά (ρέματα, ράχες, κ.λ.π.) ὅπως περιγρά¬φονται στούς κατά καιρούς ἐκδοθέντες τίτλους του, τά λοιπά ἰδιοκτησιακά ἔγγραφά του καί τίς μαρτυρικές καταθέσεις (τοῦ 1922, καθώς ἐπίσης καί προηγουμένων ἐτῶν) ἀναγνωρίζονται μέ τίς ἀποφάσεις 42/1922 καί 10/1925 τοῦ Διοικητικοῦ Δικαστηρίου τοῦ Ὑπουργείου Γεωργίας καί μεταγράφονται στό Ὑποθηκοφυλα¬κεῖο Κατερίνης. Ἐπισημαίνουμε ὅτι σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 10 τοῦ νόμου 3208/2003 τό Δημόσιο δέν μπορεῖ πλέον νά προβάλλει δικαιώματα σέ ἐκτάσεις πού ἔχουν ἀναγνωρισθεῖ μέ ἀποφάσεις τοῦ ἄνω Δικαστηρίου. Πλῆθος ἄλλων ἐγγράφων ξανα¬επιβεβαιώνει τό γεγονός αὐτό.
Πρόσφατα τό Πρωτοδικεῖο Κατερίνης καί στή συνέχεια τό Ἐφετεῖο Θεσσαλονίκης καί ὁ Ἄρειος Πάγος ἔκριναν τελεσίδικα καί ἀμετάκλητα ὑπέρ τοῦ Μοναστηριοῦ κάποιες ἀμφισβητήσεις τοῦ Δημοσίου σέ 4.250 στρέμματα δασικῆς κυρίως ἐκτάσεως στή θέση παλαιός Ἅγιος Δημήτριος (Κοῦτρες). Εἶναι πέρα ἀπό κάθε λογική ἡ προσπά-θεια νά ἀμφισβητηθοῦν οἱ ἀποφάσεις αὐτές, ἀποκλειστικά καί μόνο ἐπειδή στή σύνθεση (τριμελή) τοῦ Πρωτοδικείου συμμετεῖχε καί ὁ πρώην Πρωτοδίκης Λ. Στάθης. Διότι ἄν γίνει αὐτό, τότε θά πρέπει νά ἀμφισβητηθοῦν καί ὅλες οἱ ἀποφάσεις στίς ὁποῖες συμμετεῖχε κατά τή διάρκεια τῆς σταδιοδρομίας του ὁ ἀνωτέρω δικαστής. Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ποτέ δέν ὑπῆρξε μέλος τοῦ Ἐφετείου Θεσσαλονίκης ἤ τοῦ Ἀρείου Πάγου και φυσικά δεν ἦταν δυνατόν νά ἐπηρεάσει τίς ἀποφάσεις αὐτές, οἱ ὁποῖες εἶναι καί οἱ τελικές.
Τελευταία κάποιοι προσπαθοῦν νά ἀμφισβη¬τήσουν τούς τίτλους τοῦ Μοναστηριοῦ. Παρουσιά¬ζουν τήν μετάφραση ἑνός ἀπ' αὐτούς καί ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι πλαστή, διότι ὁ μεταφραστής του, καταδικάσθηκε δῆθεν γιά πλαστογραφία τή δεκαετία τοῦ 1920, χωρίς ὅμως νά παρουσιάζουν κάποιο ἔγγραφο πού νά ἀποδεικνύει ὅτι ὄντως ὁ ἀναφερόμενος μεταφραστής καταδικάσθηκε, γιά ὅσα τοῦ καταλογίζουν. Ἀλλά ὁ τίτλος αὐτός πού ἐκδόθηκε τό 1890 δέν εἶναι ὁ μοναδικός πού ὑπάρχει. Ὑπάρχουν ὅλοι οἱ τίτλοι πού ἀναφέρθηκαν προηγουμένως. Οὔτε εἶναι ἡ μοναδική μετάφραση. Τό 2005, μέ πρωτοβουλία τοῦ Μοναστηριοῦ, μεταφράσθηκε ξανά ὁ τίτλος ἀπό ἐπίσημη μεταφράστρια. Τό περιεχόμενο τῆς νέας μεταφράσεως εἶναι ἴδιο μέ τό παλιό.
Ψευδῶς ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ σημερινή ἔκταση τοῦ δάσους τοῦ Μοναστηριοῦ εἶναι δῆθεν 60.000 στρέμματα καί ὅτι τό Μοναστήρι δῆθεν διεκδικεῖ τό Μύτικα, τήν κορυφή τοῦ Ὀλύμπου καί κατέχει σχεδόν ὅλο τόν Ὄλυμπο. Στήν πραγματικότητα τό δάσος τοῦ Μοναστηριοῦ εἶναι περίπου 29.000 στρέμματα καί ἀντιστοιχεῖ σέ λιγώτερο ἀπό τό 3% τοῦ ὀρεινοῦ ὄγκου τοῦ Ὀλύμπου. Ἀπό αὐτά 20.500 στρέμματα εὑρίσκονται ὑπό καθεστώς προστασίας (Ἐθνικός Δρυμός Ὀλύμπου, περιοχή Natura 2000), ὅπου ἐπιτρέπεται ἐλάχιστη ἤ καθόλου διαχείρηση.
Μέχρι σήμερα δέν ἀπαγγέλθηκε καμμία κατηγορία ἐναντίον τοῦ Μοναστηριοῦ, ὅσον ἀφορᾶ τήν ἐγκυρότητα ἤ μή τῶν τίτλων καί τῶν λοιπῶν ἰδιοκτησιακῶν ἐγγράφων του, πολύ περισσότερο δέν καταδικάσθηκε τό Μοναστήρι γιά κάτι τέτοιο. Ἄλλωστε, ὅλα τά ἀνωτέρω ἔγγραφα, τό Μοναστήρι τά χρησιμοποιεῖ, ἐδῶ καί δεκαετίες, σέ κάθε μορφῆς καί βαθμοῦ δικαστήρια (Ἄρειο Πάγο, Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, Ἐφετεῖα, Πρωτοδικεῖα κ.τ.λ.), τά ὁποία, ὅλα ἀνεξαιρέτως, ἔχουν δεχθεῖ τήν ἐγκυρότητά τους. Θά ἦταν παραλογισμός νά δεχθεῖ κανείς ὅτι δεκάδες δικαστήρια, διαφορετικοῦ βαθ¬μοῦ καί διαφορετικῶν συνθέσεων καί σέ διαφορετι¬κές ἐποχές, ἔχουν, ὅλα ἀνεξαιρέτως, φερθεῖ, δῆθεν εὐνοϊκά στό Μοναστήρι ἤ ὅτι δῆθεν ἔχουν ἐξαπατηθεῖ ἀπό αὐτό.
Σέ ὅλη τήν ἱστορία του τό Μοναστήρι, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Διονυσίου μέχρι σήμερα, ἀντιμετώπισε στό Λιτόχωρο δύο μερίδες ἀνθρώπων. Αὐτῶν πού τό πολεμοῦσαν καί αὐτῶν (τῶν περισσοτέρων) πού τό ἀγαποῦσαν καί τό σέβοταν βαθιά. Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Διονύσιος διώχθηκε ὅταν, σύμφωνα μέ τόν Συναξαριστή τῆς ἀρχαίας Ἀκολουθίας του, μερικοί κάτοικοι τοῦ Λιτοχώρου τόν διέβαλαν στόν Τοῦρκο διοικητή τῆς περιοχῆς, ὅτι κτίζει, χωρίς τήν ἄδειά του, Μοναστήρι καί ὅτι ἔτσι θά ἔχουν τόπο συγκεντρώσεως οἱ ἐπαναστα-τημένοι Ἕλληνες καί θά κινδυνεύουν δῆθεν οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς. Ἀναγκάσθη¬καν βέβαια νά καλέσουν τόν Ἅγιο πίσω, ὅταν παρατεταμένη ἀνομβρία ἔπληξε τόν τόπο τους μετά τή φυγή του. Ἀλλά καί τά ἑπόμενα χρόνια ὑπῆρχαν παρενοχλήσεις καί καταπατήσεις τῶν κτημάτων τοῦ Μοναστηριοῦ ἀπό μία μερίδα τῶν κατοίκων τοῦ Λιτοχώρου, μέ ἀποτέλεσμα τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο νά ἐπέμβει, πολλές φορές, στέλνοντας ἑξαρχίες καί νά ἀναγκασθεῖ νά ἐκδόσει κάποιες φορές καί ἀφορισμούς. Σέ μία ἀπό αὐτές, καί μετά τήν ἀπόρριψη «τῶν παντοίων εἰρηνοποιῶν καί συμβιβαστικῶν μέτρων πρός λύσιν τῆς πολυχρονίου ταύτης ἔριδος καί διαφορᾶς», πού εἶχαν προταθεῖ ἀπό τό Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ἰωακείμ καί τό Μοναστήρι, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προέβη τό 1877 στόν ἀφορισμό ὅσων κατοίκων τοῦ Λιτοχώρου καταπατοῦσαν τά Μοναστηριακά κτήματα.
4. Τό θέμα τῶν ἰδιωτῶν.
Στή δασική περιοχή τοῦ παλαιοῦ Ἁγίου Δημητρίου, στήν περιοχή δηλαδή τῶν 4.250 στρεμμάτων γιά τήν ὁποία ἐκδόθηκαν οἱ πρόσφατες ἀποφάσεις τοῦ Ἀρείου Πάγου, τά τελευταῖα χρόνια, δημιουργεῖται θέμα μέ διεκδικήσεις ἰδιωτῶν σέ ἀκίνητα τοῦ Μοναστηριοῦ. Τά ἀκίνητα αὐτά εἶναι διάσπαρτες ἀγροτικές ἐκτάσεις συνολικοῦ ἐμβαδοῦ 200 περίπου στρεμμάτων. Σέ μερικούς ἀπό αὐτούς τό Μοναστήρι παλαιότερα παραχώρησε προσωρινά μέ ἤ χωρίς ἀντάλλαγμα τή χρήση κάποιων κτημάτων γιά νά μπορέσουν νά ἀνταπεξέλθουν στίς δυσκολίες πού περνοῦσαν. Μερικοί τά καλλιέργησαν περιστασια¬κά. Οἱ περισσότεροι τά ἐγκατέλειψαν. Ἄλλοι τά διεκδικοῦν. Χαρακτη-ριστικά ἀναφέρεται ἡ περίπτω¬ση τοῦ Β.Χ. Μέ ἰδιωτικό συμφωνητικό πού συντάχθη¬κε στίς 13 Φεβρουαρίου τοῦ 1888 τό Μοναστήρι εἶχε ἐκμισθώσει στόν πρόγονό του, ἐπίσης Β. Χ., στή θέση «Βλάχας Βρύση - Κοῦτρες» ἕνα χέρσο ἀγρόκτημα (δύο χωράφια). Μέ τό μισθωτήριο αὐτό συμφωνητικό, ὁ τότε μισθωτής Β. Χ., ἀνέλαβε τήν ὑποχρέωση, μέ δαπάνη του, «…νά ἀνοίξει δύο χωράφια δι’ ἰδίων ἐξόδων του καί νά τά νέμεται μή δίδων ἀντισπόρον διά μίαν δεκαετίαν εἰς τήν μονήν…». Μετά τή δεκαετία συμφωνήθηκε τά χωράφια νά μείνουν στήν κυριότητα τοῦ Μοναστηριοῦ, χωρίς νά μποροῦν νά μεταβιβασθοῦν σέ ἄλλον. Σήμερα, ἔρχεται ὁ ἀπόγονός του καί ἰσχυρίζεται ὅτι κατέχει τό ἀκίνητο λόγω κληρονομιᾶς.
5. Ἡ προτεινόμενη λύση.
Τό Μοναστήρι τά τελευταῖα χρόνια παρ’ ὅλο πού δικαιώθηκε δικαστικά, χωρίς νά ἔχει νομική ἤ ἄλλη ὑποχρέωση, προτείνει λύσεις γιά τό θέμα πού προέκυψε, σύμφωνες μέ τήν ἐκκλησιαστική τάξη καί πράξη.
Σέ ὅσους, μή νόμιμα κατείχαν κτήματα σέ ἀπομακρυσμένες ἀπό αὐτό περιοχές («Τσαρούχα» κ.λ.π.), τό Μοναστήρι προτίθεται νά τούς παραχωρήσει τά κτήματα αὐτά, ἔστω καί ἄν δέν ἔχουν χαρτιά. Γιά τούς ὑπολοίπους, τῶν ὁποίων τά κτήματα βρίσκονται κοντά στό Μοναστήρι, προκειμένου νά ἐξασφαλισθεῖ ἡ ἡσυχία τοῦ περιβάλλοντος χώρου του, τό Μοναστήρι τούς παραχωρεῖ ἀντίστοιχες ἐκτάσεις σέ ἄλλο μέρος τοῦ ἀγροκτήματός του. Ἡ παραχώρηση θά γίνει δωρεάν, χωρίς ἀντάλλαγμα, τηρουμένων τῶν νομίμων διαδικασιῶν. Μέ τόν τρόπο αὐτό τό Μοναστήρι δείχνει στήν πράξη τό ἐνδιαφέρον του γιά ὅλους τούς ἀνωτέρω ἰδιῶτες, οἱ ὁποῖοι ἔτσι θά ἀποκτήσουν νομίμους τίτλους ἰδιοκτησίας.
Ὅλα αὐτά ἤδη εἶχαν ἀνακοινωθεῖ ἀπό τό 2005 στό Νομαρχιακό Συμβούλιο Πιερίας, πού εἶχε συγκληθεῖ εἰδικά γιά τό θέμα αὐτό, στά Μ.Μ.Ε. (πρόσφατα μάλιστα καί στήν ἐφημερίδα «Δημότης Λιτοχώρου» πού ἐκδίδει ὁ Δῆμος Λιτοχώρου) καί μεμονωμένα σέ ἐνδιαφερόμενους κατοίκους.
Τέλος, γιά τίς ὅποιες διαφορές ὑπάρχουν μέ τό Δῆμο Λιτοχώρου, προτείνουμε, μέσα στά πλαίσια μιᾶς πολιτισμένης κοινωνίας πού ζοῦμε, νά γίνουν ἀμοιβαία σεβαστές οἱ ὅποιες τελικές ἀποφάσεις τῶν Ἑλληνικῶν (ἤ Εὐρωπαϊκῶν) Δικαστηρίων.
6. Διακονήματα – δραστηριότητες τῆς Ἱ. Μονῆς.
Τό πρόγραμμα τῶν μοναχῶν χωρίζεται σέ τρεῖς ἴσες χρονικές περιόδους. Ἡ πρώτη εἶναι ἀφιερωμένη στήν προσευχή, ἡ δεύτερη στήν ἐργασία (τά διακονήματα), καί ἡ τρίτη στή μελέτη καί τήν ἀνάπαυση. Ὁ Μοναχός παράλληλα μέ τό κύριο ἔργο του, πού εἶναι ἡ σταδιακή του μεταμόρφωση, ἡ θραύση τοῦ κελύφους τῆς ἀτομικότητός του, ἡ ἀποκατάσταση τῆς σχέσεώς του μέ τόν Θεό καί ἡ προσευχή του ὑπέρ ὅλου τοῦ κόσμου, ἀσχολεῖται παράλληλα καί μέ τήν ἐργασία του, τό διακόνημά του.
Ἡ ἐργασία γιά τούς Μοναχούς δέν εἶναι δουλεία ἀλλά διακόνημα καί διακονία πρός τόν πλησίον. Ὁ Μοναχός μέ τό διακόνημά του ἐκφράζει ἔμπρακτα τήν ἀγάπη του πρός τούς συμμοναστές του. Δέν ἀποσκοπεῖ σέ προσωπικά ὀφέλη ἀλλά στό καλό του κοινοβίου. Πιστεύει στήν κοινωνική πλευρά τῆς ἐργασίας καί ὄχι στήν ἰδιοτελῆ μορφή της. Ὠφελεῖται πνευματικά καί σωματικά ἀπό τήν ἐργασία του, συντηρεῖ τό Μοναστήρι του καί συγχρόνως τοῦ δίνει τή δυνατότητα νά μήν ἐξαρτᾶται ἀπό κανένα οἰκονομικό παράγοντα. Ἡ εὐλάβεια καταστρέφεται ἀπό τήν ὀκνηρία καί ὄχι ἀπό τήν ἐργασία. Τό διακόνημα δέν παρεμποδίζει ἀλλά διευκολύνει τήν προσευχή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐργαζόταν χειρωνακτικά ὁ ἴδιος, ὡς σκηνοποιός, γιά νά ἐξασφαλίζει τά ἀναγκαῖα πρός τό ζεῖν μή θέλοντας νά ἐπιβαρύνει κανένα. Ἀπαγόρευση τῆς ἐργασίας ὑπῆρχε μόνο ἀπό αἱρετικές ὁμάδες, ὅπως εἶναι οἱ Μασσαλιανοί.
Τά ἀρχαῖα καί νεώτερα ἐκκλησιαστικά κείμενα ἀναφέρονται σέ πλῆθος διακονημάτων, ὅπως οἱ «ὑφάνται, ραφεῖς, σκυτοτόμοι, σκηνοποιοί, λε-πτουρ¬γοί, οἰκοδόμοι, ἁλιεῖς, χαλκεῖς, βορδονάροιοι, ναυπηγοί, ξυλουργοί, ἀμπελουργοί» καί ἀσχολίες, ὅπως ἡ διαχείριση τῶν δασῶν, ἡ ἐξορυκτική, ἡ μεταλλευτική, ἡ ἁλατουργία, ἡ μελισσοκομία, ἡ κτηνοτροφία ὑπῆρχαν ἀνέκαθεν στά Μοναστήρια. Ἐφ’ ὅσον αὐτές οἱ δραστηριότητες πραγματο-ποιοῦνται ἀπό τά συντεταγμένα ὄργανα διοική-σεως τῶν Μοναστηριῶν, εἶναι σύμφωνες μέ τήν Νομοκανονική καί Ἐκκλησιαστική πράξη. Δέν τίς διαφοροποιεῖ δέ τό γεγονός ὅτι αὐτές γίνονται μέ κάποιο σύστημα, μέ σύγχρονα τεχνικά μέσα καί ἔχουν κάποιο νομικό σχῆμα, μέ τή μορφή ἑταιρειῶν, προκειμένου νά εἶναι ἡ λειτουργία τους νόμιμη καί διαφανής καί νά τηροῦνται οἱ φορολογικές καί ἄλλες ὑποχρεώσεις.
Τό Κοινόβιο, προσφέρει στό Μοναχό μέ τίς νυχθήμερες καί πολύωρες Ἀκολουθίες, τήν κατ’ ἰδίαν προσευχή καί τό ὅλο ἐν γένει πρόγραμμά του, τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο ζεῖ (σύμφωνα μέ τά μέτρα του) τή συνεχῆ παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν μία ἐγγύηση ὅτι ὁ Μοναχός καί μέ τήν βοήθεια τῶν συμμοναστῶν του, μπορεῖ νά χρη-σιμοποιήσει σωστά τά ὑλικά πράγματα, χωρίς νά ἐγκλωβισθεῖ σ’ αὐτά. Μεγαλύτερο κίνδυνο καί πα-ρεκτροπή γιά τόν μοναχό ἀποτελεῖ ἡ ἀποκλειστική ἐνασχόλησή του μέ ἕναν δυτικοῦ τύπου “κοινωνικό μοναχισμό”, ἕναν τῦπο μοναχισμοῦ πού εἶναι ξένος μέ τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, τόν ὁποῖο, δυστυχῶς, κάποιοι μέσα στήν ἄγνοιά τους τόν προβάλλουν ὡς πρότυπο.
Ἑπομένως, εἶναι ἐντελῶς ἀβάσιμα καί, κατά τή γνώμη μας, συκοφαντικά, ὅσα, κατά καιρούς, ἀκούγονται γιά τά διακονήματα καί τίς δραστη-ριότητες τοῦ Μοναστηριοῦ, ὅτι δῆθεν εἶναι ἐκτός τῆς ἐκ¬κλησιαστικῆς τάξεως, ὅτι δῆθεν μετατρέπουν τόν οἶκο τοῦ Θεοῦ σέ οἶκο ἐμπορίου καί ὅσα ἄλλα παρόμοια λέγονται. Μέ τόν τρόπο αὐτό δέν πλήττονται μόνο τά πρόσωπα στά ὁποῖα ἀναφέρονται τά δημοσιεύματα, ἀλλά καί ὁ θεσμός τοῦ μοναχισμοῦ γενικώτερα, ἀφοῦ πράξεις καί ἐνέργειες πού γίνονταν ἀνέκαθεν ἀπό τά Μοναστήρια κρίνονται ὡς ἀντίθετες στή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, εἶναι γνωστό ὅτι στό Μοναστήρι μας ἀνέκαθεν οἱ Μοναχοί ἀσχολοῦνταν μέ τή γεωργία καί τήν κτηνοτροφία καί παρήγαγαν τά σχετικά μέ αὐτές προϊόντα.
7. Τό Μοναστήρι καί τό φυσικό περιβάλλον.
Ὁ Μοναχός αναχωρεῖ ἀπό τόν κόσμο καί καταφεύγει στή φύση. Τό φυσικό περιβάλλον γίνεται τό σπίτι του. Ἡ στενή σχέση πού ἀναπτύσσει μέ τή φύση ὁ Μοναχός τοῦ δίνει τή δυνατότητα νά ἐντάσσει ἁρμονικά τά μοναστηριακά κτίσματα στό περιβάλλον. Παράλληλα, ἐπειδή ἀγαπάει καί σέβεται τό φυσικό περιβάλλον στό ὁποῖο ζεῖ, κατορθώνει καί τίς ἀνάγκες διαβιώσεώς του νά καλύψει καί νά προστατέψει αὐτό.
Ὁ Μοναχός αναχωρεῖ ἀπό τόν κόσμο καί καταφεύγει στή φύση. Τό φυσικό περιβάλλον γίνεται τό σπίτι του. Ἡ στενή σχέση πού ἀναπτύσσει μέ τή φύση ὁ Μοναχός τοῦ δίνει τή δυνατότητα νά ἐντάσσει ἁρμονικά τά μοναστηριακά κτίσματα στό περιβάλλον. Παράλληλα, ἐπειδή ἀγαπάει καί σέβεται τό φυσικό περιβάλλον στό ὁποῖο ζεῖ, κατορθώνει καί τίς ἀνάγκες διαβιώσεώς του νά καλύψει καί νά προστατέψει αὐτό.
Παράδειγμα δημιουργικῆς καί ἁρμονικῆς συνύπαρξης στό χῶρο τοῦ Ἐθνικοῦ Δρυμοῦ Ὀλύμπου εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου γιά 500 περίπου χρόνια, τό ὁποῖο κατόρθωσε καί νά συντηρηθεῖ καί συγχρόνως νά προστατεύσει καί νά διαφυλάξει τήν ὡραιότητα καί μοναδικότητα τοῦ χώρου στόν ὁποῖο εὑρίσκεται καί γιά τόν ὁποῖο ὅλοι καυχώμαστε σήμερα.
Ἄν ἐξετάσει κανείς ἀεροφωτογραφίες τῆς περιοχῆς, θά διαπιστώσει, ὅτι στήν περιοχή αὐτή τοῦ Ὀλύμπου, μόνο τό δάσος πού εὑρίσκεται ὑπό τήν προστασία τοῦ Μοναστηριοῦ, φθάνει τόσο κοντά στή θάλασσα. Σέ ἀντίστοιχες γειτονικές περιοχές δέν ὑπάρχουν πλέον δάση.
Ἐπικριθήκαμε ἀπό τόν προηγούμενο δήμαρχο Λιτοχώρου τό 2004, ὅτι ἀποκλείσαμε τή μελλοντική ἀνάπτυξη τοῦ Λιτοχώρου πρός τή μεριά τοῦ Ὀλύμπου. Ἄν ἐννοεῖται ἀνάπτυξη ἡ ἀλόγιστη ἀνοικοδόμηση καί τσιμεντοποίηση πού ἔγινε σέ ἄλλες περιοχές στίς παρυφές τοῦ Ὀλύμπου, στήν περιοχή τοῦ Λιτοχώρου, οἱ μελλοντικές γενεές θά μᾶς εὐγνωμονοῦν πού ἀποτρέψαμε τέτοιες ἐπεμβάσεις.
Ἄλλωστε, ποτέ δέν ἐμποδίσαμε κάποιον νά ἀπολαύσει τό φυσικό περιβάλλον τοῦ Ὀλύμπου. Ἀντίθετα, διευκολύναμε μέ κάθε τρόπο τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἐπισκεπτῶν καί ὀρειβατῶν τοῦ Ὀλύμπου (π.χ. παραχωρήσαμε δωρεάν ἔκταση στό Δημόσιο γιά τήν κατασκευή ὀρειβατικοῦ καταφυγίου στήν Πετρόστρουγγα). Σταθήκαμε ὅμως ἐμπόδιο στίς ἐμπορικές ἐπιθυμίες κάποιων, γιά τήν ἀλόγιστη ἀνάπτυξη τῆς περιοχῆς τοῦ Ὀλύμπου, πού βρίσκεται ὑπό τήν προστασία τοῦ Μοναστηριοῦ. Αὐτός ἴσως εἶναι καί ἕνας ἀπό τούς βασικούς λόγους τῆς πολεμικῆς πού ἀσκεῖται κατά τοῦ Μοναστηριοῦ.
Παράλληλα, εἴμαστε οἱ μόνοι πού ἀντιδράσαμε γιά τήν ἐπέκταση τοῦ πεδίου βολῆς ἁρμάτων Λιτοχώρου, διότι μέ τήν ἐπέκταση αὐτή κινδυνεύει σοβαρά τό μοναδικό φυσικό καί τό πολιτιστικό περιβάλλον τοῦ Ὀλύμπου, καθώς ἐπίσης καί ἡ ζωή καί ἡ φυσική ἀκεραιότητα τῶν μοναχῶν, ἐργατῶν, ἐπισκεπτῶν καί ὀρειβατῶν τοῦ Ὀλύμπου. Σεβόμαστε καί ἐκτιμοῦμε βαθιά τό ἔργο τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων, πιστεύουμε ὅμως ὅτι αὐτό δέν πρέπει νά γίνεται εἰς βάρος τῶν φυσικῶν καί πολιτιστικῶν θησαυρῶν τῆς Πατρίδος μας, τή στιγμή πού μπορεῖ νά γίνει τό ἴδιο καλά σέ ἄλλες περιοχές. Γιά τό λόγο αὐτό προσφύγαμε στά ἁρμόδια δικαστήρια (Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, Εἰρηνοδικεῖο, Εἰσαγγελικές ἀρχές κ.λ.π.), προκειμένου νά μήν πραγματοποιηθεῖ ἡ ἐπέκταση τοῦ πεδίου βολῆς. Καί ὅλα αὐτά παρόλο πού ἄν γίνει ἡ ἐπέκταση, θά δικαιούμαστε νά εἰσπράξουμε ἕνα ἰδιαίτερα ὑψηλό ποσό ὡς ἀποζημίωση. Ἀλλά ἐκεῖνο πού μᾶς ἐνδιαφέρει, δέν εἶναι τά χρήματα, ὅσο ἡ προστασία τῆς περιοχῆς πού τή θεωροῦμε τό σπίτι μας καί τό χῶρο πού μᾶς συνδέει μέ τόν Ἅγιο Διονύσιο καί τούς προαπελθόντες πατέρες τοῦ Μοναστηριοῦ.
8. Ἡ θέση τοῦ Μοναστηριοῦ.
Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καί τοῦ Μοναστηριοῦ του στόν Ὄλυμπο γιά 500 περίπου χρόνια εἶναι μιά ἱστορική πραγματικότητα. Τελευταία, τό Μοναστήρι μας ἔχει γίνει στόχος καί τῶν ἀνθρώπων πού προσπαθοῦν νά ἀναβιώσουν τό ἀρχαῖο δωδεκάθεο. Θεωροῦν ὅτι δῆθεν δέν συνάδει ἡ παρουσία τοῦ Μοναστηριοῦ στό χῶρο τοῦ Ὀλύμπου. Εἶναι βέβαια δικαίωμα τοῦ καθενός νά πιστεύει ὅ,τι θέλει. Δέν μπορεῖ ὅμως κανείς νά ἀρνεῖται τήν ἱστορία καί τό γεγονός, ὅτι ὁ Ἅγιος Διονύσιος καί τό Μοναστήρι του ἔχουν συνδεθεῖ ἄρρηκτα μέ τήν περιοχή τοῦ Ὀλύμπου.
Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καί τοῦ Μοναστηριοῦ του στόν Ὄλυμπο γιά 500 περίπου χρόνια εἶναι μιά ἱστορική πραγματικότητα. Τελευταία, τό Μοναστήρι μας ἔχει γίνει στόχος καί τῶν ἀνθρώπων πού προσπαθοῦν νά ἀναβιώσουν τό ἀρχαῖο δωδεκάθεο. Θεωροῦν ὅτι δῆθεν δέν συνάδει ἡ παρουσία τοῦ Μοναστηριοῦ στό χῶρο τοῦ Ὀλύμπου. Εἶναι βέβαια δικαίωμα τοῦ καθενός νά πιστεύει ὅ,τι θέλει. Δέν μπορεῖ ὅμως κανείς νά ἀρνεῖται τήν ἱστορία καί τό γεγονός, ὅτι ὁ Ἅγιος Διονύσιος καί τό Μοναστήρι του ἔχουν συνδεθεῖ ἄρρηκτα μέ τήν περιοχή τοῦ Ὀλύμπου.
Στό παρελθόν ἔχουμε ἀρνηθεῖ προτάσεις, πού ἔγιναν μέ διάφορα οἰκονομικά ἀνταλλάγματα, γιά τήν δημιουργία σέ ἐκτάσεις τοῦ Μοναστηριοῦ, ἀναπαραστάσεως ἀρχαίας πόλεως – «πνευματικοῦ κέντρου» ἐκ μέρους διαφόρων ὀργανώσεων καί σύλλόγων πού ἐκφράζουν δωδεκαθεϊστικές καί νεοειδωλολατρικές ἀντιλήψεις. Μήπως ὅλα αὐτά ἐξηγοῦν καί τήν παρουσία τῶν ὁμάδων αὐτῶν σέ πρόσφατη (5.7.2009) «εἰρηνική» διαδήλωση κατά τοῦ Μοναστηριοῦ;
9. Ἐπίλογος
Ὁ Μοναχισμός εἶναι ἕνα σημεῖο ἀντιλεγόμενο. Πολλοί ἄνθρωποι τόν πολεμοῦν ἐπειδή δέν τόν κατανοοῦν. Ἄλλοι, ἐπειδή ἀντιλαμβάνονται τόν δυναμισμό του, προσπαθοῦν νά τόν καταστήσουν ἀκίνδυνο καί ἀνενέργητο, νά τόν ὑποβιβάσουν στή μορφή ἑνός φιλανθρωπικοῦ σωματείου ἤ μιᾶς κοινωνικῆς ὀργανώσεως. Ἄλλοι, μέ τή βαθύτερη αἴσθηση πού διαθέτουν, τόν πλησιάζουν καί βρίσκουν λύση στά ὑπαρξιακά προβλήματά τους. Κατανοοῦν ὅτι δημιουργεῖ ἐλεύθερα πρόσωπα καί ὄχι ἐλεγχόμενα ἄτομα. Γι’ αὐτό τόν ἀγαποῦν καί τόν σέβονται ἀπεριόριστα.
Ὁ Μοναχισμός εἶναι ἕνα σημεῖο ἀντιλεγόμενο. Πολλοί ἄνθρωποι τόν πολεμοῦν ἐπειδή δέν τόν κατανοοῦν. Ἄλλοι, ἐπειδή ἀντιλαμβάνονται τόν δυναμισμό του, προσπαθοῦν νά τόν καταστήσουν ἀκίνδυνο καί ἀνενέργητο, νά τόν ὑποβιβάσουν στή μορφή ἑνός φιλανθρωπικοῦ σωματείου ἤ μιᾶς κοινωνικῆς ὀργανώσεως. Ἄλλοι, μέ τή βαθύτερη αἴσθηση πού διαθέτουν, τόν πλησιάζουν καί βρίσκουν λύση στά ὑπαρξιακά προβλήματά τους. Κατανοοῦν ὅτι δημιουργεῖ ἐλεύθερα πρόσωπα καί ὄχι ἐλεγχόμενα ἄτομα. Γι’ αὐτό τόν ἀγαποῦν καί τόν σέβονται ἀπεριόριστα.
Ὡς Μοναχοί ἔχουμε τήν αἴσθηση ὅτι δέν εἴμαστε ἰσάξιοι τῶν παλαιοτέρων ἀλλά καί τῶν νεωτέρων ἀξίων Μοναχῶν. Γνωρίζουμε ὅτι καί ἐμεῖς ὡς ἄνθρωποι συχνά σφάλλουμε. Ὡστόσο, προσπαθοῦμε νά ἀκολουθοῦμε τούς Πατέρες μας. Δέν περιμένουμε νά ἀκούσουμε ἐπαίνους οὔτε καταξίωση τοῦ ἔργου μας. Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ ἡ καλόπιστη κριτική. Ὁ μοναχικός βίος εἶναι ταπείνωση, “ἄσκηση σώματος καί ἀφάνεια ψυχής”. Δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό διαφήμιση. Τό ἔργο τοῦ καθ' ἑνός “ὁποῖόν ἐστιν τό πῦρ δοκιμάσει” καί «Πᾶσα φυτεία ἥν οὐκ ἐφύτευσεν ὁ πατήρ μου ὁ οὐράνιος ἐκριζωθήσεται».
Σέ θέματα ὅμως πού ἀφοροῦν στήν ἀκρίβεια τῆς πίστεώς μας καί στόν θεσμό τοῦ μοναχισμοῦ εἴμαστε ἀνυποχώρητοι. Δέν ἔχουμε οὔτε τή διάθεση, οὔτε τό δικαίωμα νά θυσιάσουμε στό ἐλάχιστο, ὅ,τι κράτησε τό Μοναστήρι μας σέ ζωή ἐδῶ καί πέντε αἰῶνες. Πρέπει νά γίνει κατανοητό ἀπό ὅλους πώς ὅ,τι παραλάβαμε ἀπό τή μοναχική παράδοση, τήν παράδοση τοῦ Μοναστηριοῦ μας καί τούς προαπελθόντες Πατέρες του καί κυρίως ἀπό τόν κτίτορα καί προστάτη μας, Ἅγιο Διονύσιο, τό θεωροῦμε ἀδιαπραγμάτευτο.
Τή θέση μας αὐτή τήν ἐπιβάλλει τό χρέος μας πρός τόν Θεό, τόν Ἅγιο Διονύσιο καί τίς μελλοντικές γενεές καί ὄχι κάποια προσωπική ἀντίθεση ἤ ἀντιπαλότητα. Γιά τό λόγο αὐτό, τελειώνοντας, θά θέλαμε νά ἀπευθύνουμε πρόσκληση γιά συνεργασία πρός τό Δῆμο Λιτοχώρου, τούς φορεῖς τῆς περιοχῆς, ἀλλά καί πρός ὅλους τους πολίτες, ὄχι μόνο γιά τήν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων πού ὑπάρχουν ἀλλά καί γιά δημιουργική συνεργασία μεταξύ μας, γιά τό καλό τοῦ τόπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου